εμοιράσθησαν

εμοιράσθησαν
ἐμοιράσθησαν
μοιράζω
aor ind pass 3rd pl

Morphologia Graeca. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἐμοιράσθησαν — μοιράζω aor ind pass 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μοιράζω — και μεράζω (ΑΜ μοιράζω, Μ και μεράζω) [μοίρα] 1. χωρίζω κάτι σε τεμάχια ή σε μερίδια, τεμαχίζω, κομματιάζω («μοίρασα το κρέας σε μερίδες για να τό μαγειρέψω») 2. διανέμω κάτι σε κάποιον («πρέπει να μοιραστούν τρόφιμα στους σεισμοπαθείς») 3.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”